- καταγοράσαι
- καταγορά̱σᾱͅ , καταγοράζωbuy upfut part act fem dat sg (doric)καταγορά̱σᾱͅ , καταγοράζωbuy upfut part act fem dat sg (doric)καταγοράζωbuy upaor inf actκαταγοράσαῑ , καταγοράζωbuy upaor opt act 3rd sgκαταγοράζωbuy upaor inf actκαταγοράσαῑ , καταγοράζωbuy upaor opt act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.